Ein Mensch hat Atembeschwerden, wenn es ihm schwerfällt zu atmen. Zum Beispiel bei starkem Husten oder Herzkrankheiten. Sind die Beschwerden schlimm, nennt man das auch Atemnot oder Asthma.
Ένα άτομο έχει δύσπνοια, όταν έχει το αίσθημα δυσκολίας στην αναπνοή. Για παράδειγμα, σε σοβαρό βήχα ή καρδιακή νόσο. Εάν τα συμπτώματα είναι βαριά, ονομάζεται αναπνευστική δυσχέρια ή άσθμα.