Als Haarteil bezeichnet man einen Ersatz für eigene Haare. Frauen nutzen Haarteile zum Beispiel, um ihr eigenes Haar zu verlängern. Auch kahle Stellen auf dem Kopf kann man mit einem Haarteil bedecken.
Τα εξαρτήματα μαλλιών μαλλιών είναι ένας αντικαταστάτης για τα μαλλιά σας. Για παράδειγμα, οι γυναίκες τα χρησιμοποιούν τα μαλλιά για να επιμηκύνουν τα μαλλιά τους. Ακόμα και σε σημεία στο κεφάλι, οπού δεν υπάρχουν μαλλιά, μπορούν να καλυφθούν με κομμάτι μαλλιών.