Rasieren bedeutet, dass Haare mit einer Klinge oder einem Rasierapparat bis kurz über der obersten Hautschicht geschnitten werden. Im Friseur- oder Kosmetiksalon können sich Männer zum Beispiel den Bart und Frauen die Beinhaare rasieren lassen. Man unterscheidet die Nassrasur (mit Rasierschaum und Klingen) und die Trockenrasur (mit dem Rasierapparat).
Το ξύρισμα σημαίνει ότι τα μαλλιά κόβονται με μια λεπίδα ή ξυράφι ακριβώς πάνω από το ανώτερο στρώμα του δέρματος. Στο κομμωτήριο ή στο ινστιτούτο αισθητικής, για παράδειγμα, οι άνδρες μπορούν να ξυρίσουν τα γένια τους και οι γυναίκες να ξυρίζουν τις τρίχες ποδιών. Διακρίνεται σε υγρό ξυρίσμα (με κρέμα ξυρίσματος και λεπίδας) και στεγνό ξυρίσμα (με ξυριστική μηχανή).